Η εξέλιξη των αγροοικοσυστημάτων μέσα στους αιώνες
Στο αγροοικοσύστημα, ο γεωργός διαχειρίζεται τους φυσικούς πόρους (το έδαφος, τα νερά, το κλίμα και τη βλάστηση μιας περιοχής) για να δημιουργήσει αγροτική παραγωγή, φυτική ή ζωική. Σε κάθε αγροοικοσύστημα έχει επενδυθεί κάποιο κεφάλαιο. Ως κεφάλαιο χαρακτηρίζονται τα αγαθά και οι υπηρεσίες (εκτός της εργασίας) που δημιουργούνται, αγοράζονται ή δανείζονται από τον αγρότη ώστε να διευκολυνθεί η αξιοποίηση των φυσικών πόρων και να πραγματοποιηθεί η αγροτική παραγωγή. Για πολλούς αιώνες, οι γνώσεις του γεωργού για το «τι και πώς» θα καλλιεργήσει προέρχονταν από την πείρα των προηγούμενων γενεών και τις επιτυχημένες ή αποτυχημένες δοκιμές που έκανε ο ίδιος. Η γεωργία είχε παραδοσιακό χαρακτήρα εξαρτημένο σημαντικά από τις συνθήκες (φυσικές, κοινωνικές, οικονομικές, πολιτιστικές) που επικρατούσαν στην κάθε περιοχή. Για την καλλιέργεια της γης ο γεωργός χρησιμοποιούσε ζώα έλξης, τα οποία τάιζε με μέρος της φυτικής του παραγωγής. Συνήθως συντηρούσε και άλλα ζώα βοσκής που τρέφονταν με τα υπολείμματα των καλλιεργειών που έμεναν στο χωράφι μετά τη συγκομιδή. Όλα αυτά τα ζώα προμήθευαν το γεωργό κοπριά, την οποία αυτός τοποθετούσε στα χωράφια. Με τον τρόπο αυτό το χώμα εμπλουτιζόταν με θρεπτικά στοιχεία και πολύτιμη οργανική ουσία. Εμπλουτισμός του εδάφους με οργανική ουσία γινόταν και με την ενσωμάτωση σ’ αυτό των υπολειμμάτων των καλλιεργειών.
Έτσι, υπήρχε μία κυκλική ροή των θρεπτικών στοιχείων μέσα στο αγροοικοσύστημα: τα θρεπτικά στοιχεία του εδάφους πέρναγαν στα φυτά, από εκεί στα ζώα και τελικά επέστρεφαν στο έδαφος. Επειδή τα μέσα μεταφοράς ήταν περιορισμένα, οι γεωργοί συνήθιζαν να καλλιεργούν μεγάλη ποικιλία φυτών, ώστε να μπορούν να καλύπτουν σχεδόν όλες τις διαιτητικές ανάγκες της οικογένειας τους. Η προστασία των φυτών από το γεωργό ήταν σχεδόν ανύπαρκτη. Όλα αυτά τα στοιχεία χαρακτήριζαν την παραδοσιακή γεωργία.
Τον 19ο αιώνα διατυπώθηκαν οι αρχές της ανόργανης θρέψης των φυτών, δηλαδή η άποψη ότι ο γεωργός μπορούσε να προσθέσει στο έδαφος μεμονωμένα ανόργανα θρεπτικά στοιχεία (όπως άζωτο, φώσφορο, κάλιο, κ.λπ.) τα οποία μπορούσαν στη συνέχεια να απορροφηθούν από τα φυτά. Η επαναστατική αυτή άποψη οδήγησε στη δημιουργία των πρώτων σύνθετων χημικών λιπασμάτων. Τα σύνθετα λιπάσματα είναι βιομηχανικά προϊόντα τα οποία δεν περιέχουν οργανική ουσία, αλλά μόνο ανόργανα θρεπτικά συστατικά.
Ένας άλλος παράγοντας που αύξησε σημαντικά την παραγωγικότητα των αγροοικοσυστημάτων ήταν η πετυχημένη καταπολέμηση των εχθρών των φυτών (εντόμων, μυκήτων, ζιζανίων, τρωκτικών, κ.λπ.) με τη χρήση των γεωργικών φαρμάκων ή παρασιτοκτόνων ή βιοκτόνων. Τα παρασιτοκτόνα είναι χημικές ουσίες ή μίγματα χημικών ουσιών που μπορούν να συντεθούν βιομηχανικά και να χρησιμοποιηθούν άμεσα από το γεωργό όταν η καλλιέργεια προσβληθεί σημαντικά από κάποιο εχθρό, ή για την πρόληψη της προσβολής.
Σήμερα με τον όρο «γεωργικά φάρμακα» νοούνται όλες οι συνθετικές ουσίες που χρησιμοποιούνται στη γεωργία και μπορούν εκτός από παρασιτοκτόνα να είναι ουσίες που προωθούν την αύξηση των φυτών ή επηρεάζουν τη φυσιολογία τους.
Άλλος παράγοντας που βοήθησε στην αύξηση της παραγωγικότητας του αγροοικοσυστήματος ήταν η χρήση των γεωργικών μηχανημάτων. Πολλά είναι τα πλεονεκτήματα που αποδίδονται στη χρήση τους, όπως η μείωση του κόστους παραγωγής των προϊόντων, η αύξηση του γεωργικού εισοδήματος, τόσο λόγω αύξησης της παραγωγής όσο και λόγω βελτίωσης της ποιότητας της, η δυνατότητα εκτέλεσης εργασιών που απαιτούν μεγάλη ισχύ, η αντιμετώπιση του προβλήματος έλλειψης αγροτικών χεριών, η απαλλαγή του αγρότη και της οικογένειας του από πολλές επίμοχθες εργασίες, η ακριβέστερη -χρονικά- και ταχύτερη προετοιμασία του εδάφους.
Τις τελευταίες δεκαετίες αναπτύχθηκε σημαντικά και η επιστήμη της βιοτεχνολογίας. Μπορούμε, απλά, να πούμε ότι βιοτεχνολογία είναι η χρησιμοποίηση ζωντανών οργανισμών για την παραγωγή ή την τροποποίηση προϊόντων με σκοπό την ωφέλεια του ανθρώπου. Διακρίνουμε δύο βασικούς κλάδους στη βιοτεχνολογία που ασχολείται με τα αγροοικοσυστήματα: τη βελτίωση των φυτών και τη γενετική μηχανική. Οι βελτιωτές φυτών επιλέγουν φυτά με καλά χαρακτηριστικά (αυξημένη απόδοση, αντοχή σε ασθένειες, ξηρασία παγετό, κ.λπ.) και τα διασταυρώνουν με τις καλλιεργούμενες ποικιλίες για να μεταφέρουν σ' αυτές τα επιθυμητά χαρακτηριστικά. Δημιουργούνται έτσι νέες ποικιλίες φυτών, πιο αποδοτικές και πιο ανθεκτικές σε διάφορους εχθρούς. Η γενετική μηχανική επιφέρει τεχνητή αλλαγή του γενετικού υλικού (DΝΑ) φυτών, ζώων και μικροοργανισμών. Έτσι, οι επιστήμονες και οι τεχνικοί μπορούν να μεταφέρουν ένα ιδιαίτερο κομμάτι από το γενετικό υλικό ενός οργανισμού το οποίο είναι προγραμματισμένο για την παραγωγή κάποιας ουσίας ή τη διεξαγωγή κάποιας διεργασίας, στο γενετικό υλικό ενός άλλου οργανισμού και να κάνουν τον τελευταίο ικανό να παράγει αυτήν την ουσία ή να εκτελεί τη συγκεκριμένη λειτουργία. Από πολύ παλιά βέβαια, ο άνθρωπος χρησιμοποιούσε τους οργανισμούς για το όφελος του: η αναπαραγωγή φυτών και ζώων, η επιλογή φυτών που παρουσίαζαν καλύτερα χαρακτηριστικά, η παρασκευή της μπύρας, του τυριού, του γιαουρτιού και του ψωμιού ήταν επεμβάσεις στη φύση που βασίζονταν σε ολόκληρους οργανισμούς. Η παραδοσιακή αναπαραγωγή περιοριζόταν σε διασταύρωση μεταξύ φυτών ή ζώων που είχαν πολύ στενή σχέση μεταξύ τους. Με τη γενετική μηχανική επιτρέπεται σε είδη χωρίς καμία σχέση να μοιράζονται το γενετικό τους υλικό ώστε να μπορούν κάποια από αυτά να εξυπηρετήσουν ανθρώπινους σκοπούς. Με την ενσωμάτωση όλων των παραπάνω βιομηχανικών επιτευγμάτων (σύνθετα λιπάσματα, γεωργικά φάρμακα και μηχανήματα, προϊόντα βιοτεχνολογίας) στα σύγχρονα αγροοικοσυστήματα, η γεωργία απώλεσε τον παραδοσιακό της χαρακτήρα και μετατράπηκε σε αυτό που σήμερα αποκαλούμε βιομηχανοποιημένη γεωργία.