Δάσος και φωτιά
Η φωτιά όταν προκαλείται από φυσικά αίτια (αυταναφλέξεις, κεραυνούς κ.λπ.) αποτελεί για το δάσος οικολογικό παράγοντα του οποίου η επίδραση μπορεί να είναι ευμενής ή δυσμενής. Αυτό εξαρτάται από τη μορφή, την ένταση και τη συχνότητα εμφάνισης της φωτιάς, καθώς και από τη σύνθεση της βλάστησης την οποία καίει. Υπάρχουν δασικά φυτικά είδη τα οποία είναι πολύ ευάλωτα στη φωτιά και άλλα που καίγονται δύσκολα. Μερικά είδη έχουν αναπτύξει μηχανισμούς προσαρμογής στον παράγοντα της φωτιάς οπότε η επιβίωση και η διασπορά τους ευνοείται από τη φωτιά, π.χ. για να φυτρώσουν οι σπόροι τους έχουν ανάγκη τις υψηλές θερμοκρασίες που αναπτύσσονται με τη φωτιά.
Επίσης η έλλειψη ανταγωνισμού που δημιουργείται με την εξαφάνιση της υπόλοιπης βλάστησης μετά το πέρασμα της φωτιάς επιτρέπει να εγκατασταθούν στην καμμένη περιοχή είδη τα οποία θα ήταν αδύνατο να εγκατασταθούν σε συνθήκες ανταγωνισμού.
Όταν τη φωτιά ακολουθήσει η βόσκηση, τότε οι συνέπειες για το οικοσύστημα είναι ολέθριες, γιατί καταστρέφεται η φυσική αναγέννηση και χάνεται κάθε ελπίδα ανάκαμψης του οικοσυστήματος.
Μετά από κάθε δασική πυρκαγιά απελευθερώνονται μεγάλες ποσότητες ανόργανων θρεπτικών συστατικών τα οποία είναι διαθέσιμα σε προσλήψιμη από τα φυτά μορφή. Όμως στο μεγαλύτερο ποσοστό τους παρασύρονται και χάνονται με τα επιφανειακά νερά και έτσι σιγά-σιγά το έδαφος υποβαθμίζεται.
Εκτός από τις δασικές πυρκαγιές που οφείλονται σε φυσικά αίτια υπάρχουν και αυτές που οφείλονται σε ανθρωπογενή αίτια. Η παρουσία καλωδίων υψηλής τάσης κοντά στα δάση, το κάψιμο ξερών χόρτων σε καλλιέργειες, η ανάφλεξη σκουπιδιών που βρίσκονται σε χωματερές αλλά και μέσα στα δάση είναι μερικά χαρακτηριστικά παραδείγματα. Ωστόσο οι εμπρησμοί αποτελούν μια από τις χειρότερες ανθρωπογενείς επίδράσεις στο δασικό οικοσύστημα. Τεράστιες δασικές εκτάσεις έχουν χαθεί εξαιτίας των εμπρησμών.
Τη διετία 1997-1998, οι εκτεταμένες πυρκαγιές σε παγκόσμιο επίπεδο έκαψαν περίπου 14 εκατομμύρια εκτάρια δάσους (Rowell & Moore 2000, p.27).